Καλτσίδης Λεωνίδας
Φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης – Κατεύθυνση Εγκληματολογία

Πρώτα από όλα, θα πρέπει να επισημανθεί πως ο όρος “cyberbullying” στα ελληνικά μεταφράζεται ως “εκφοβισμός στον κυβερνοχώρο” ή πιο απλά “ διαδικτυακός εκφοβισμός”. Αρχικά, αυτή η ξένη ορολογία δημιουργήθηκε από τον Καναδό Bill Belsey το 2000 και αποδόθηκε σε γενικές γραμμές ως σωματικός ή ψυχολογικός εκφοβισμός. Αργότερα, ύστερα από μελέτες δόθηκε ένας πλήρης ορισμός και έτσι με αυτή την λέξη πλέον δηλώνεται οποιαδήποτε πράξη εκφοβισμού, επιθετικότητας, απειλής, ταπείνωσης, παρενόχλησης ή αυταρχικής συμπεριφοράς εναντίων σε παιδιά – έφηβους, που επαναλαμβάνεται ανά τακτά ή άτακτα χρονικά διαστήματα, και υλοποιείται μέσω της χρήσης των ψηφιακών συσκευών επικοινωνίας και συγκεκριμένα μέσω του διαδικτύου.
Με την ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στην σημερινή εποχή ο διαδικτυακός εκφοβισμός κάνει την εμφάνιση του με διάφορες και ποικίλες μορφές: 1) Αποστολή υβριστικών/χυδαίων μηνυμάτων: Γίνεται μέσω της διαδικτυακής επικοινωνίας και των social media. Τα μηνύματα αυτά εμπεριέχουν προσβλητικές και άσεμνες λέξεις για τον αναγνώστη. 2) Παρενόχληση: Η παρενόχληση στο Διαδίκτυο γίνεται με την αποστολή προσβλητικών μηνυμάτων και επαναλαμβανόμενα προς ένα συγκεκριμένο άτομο. Εύλογα, οι περισσότεροι συγχέουν την παρενόχληση με την αποστολή υβριστικών μηνυμάτων αλλά διαφέρουν σε δύο βασικά σημεία. Πρώτον, η παρενόχληση έχει διάρκεια στον χρόνο και δεύτερον γίνεται από ένα συγκεκριμένο άτομο προς ένα άλλο άτομο σκόπιμα. 3) Προσωποποίηση: Σε αυτή την περίπτωση, ο θύτης υποκλέπτει τους λογαριασμούς και τους κωδικούς πρόσβασης του θύματός, με σκοπό να διαρρεύσουνε απόρρητα και προσωπικά στοιχεία. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, ο θύτης στέλνει μηνύματα σε τρίτους παριστάνοντας το ίδιο το θύμα. 4) Δυσφήμηση: Ο δράστης διαδίδει μια αναληθή ή υποτιμητική πληροφορία για έναν άλλον μέσω των ιστοσελίδων ή των social media. Συνήθως, αυτές οι πληροφορίες συμπεριλαμβάνουν φωτογραφίες ή μηνύματα με πλασματικό περιεχόμενο. 5) Καταδίωξη: Γίνεται μέσω των επαναλαμβανόμενων μηνυμάτων στο Διαδίκτυο και έχει ως σκοπό την σεξουαλική παρενόχληση. Αυτή την μορφή την συναντάμε, κατά κύριο λόγο, με θύματα το γυναικείο φύλο. 6) Μια μορφή που είναι άγνωστη για πολλούς χρήστες του Διαδικτύου και έχει ως όνομα το “χαρούμενο χαστούκισμα”: Αυτή η μορφή εκφοβισμού πρωτοεμφανίστηκε στην Αγγλία και πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι, όπου οι δράστες είναι δύο. Ο ένας περπατάει στον δρόμο χωρίς να κινεί υποψίες και ξαφνικά χαστουκίζει κάποιον περαστικό, ενώ ταυτόχρονα ο άλλος δράστης καταγράφει το περιστατικό με μια συσκευή για να το αναρτήσει αργότερα στο διαδίκτυο με απώτερο σκοπό την ταπείνωση και τον δημόσιο εξευτελισμό. 7) Εξοστρακισμός: Ο θύτης αποβάλλει το άτομο από συγκεκριμένες ομάδες chat rooms των κοινωνικών δικτύων. 8) Πόλεμοι Κειμένου: Ο “πόλεμος” αυτός πραγματοποιείται με την αποστολή χιλιάδων μηνυμάτων που επιδιώκουν την συναισθηματική κατάρρευση των θυμάτων. 9) Και το τελευταίο είδος είναι γνωστό ως “τελειωτικό χτύπημα”, δηλαδή διαδικτυακές ανακοινώσεις με απεχθείς δημοσιοποιήσεις μίσους. Πάντως, η πιο δημοφιλής μορφή εκφοβισμού είναι η δημοσιοποίηση προσωπικού υλικού (φωτογραφίες, βίντεο κ.λπ.) με σεξουαλικό περιεχόμενο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Σύμφωνα με τον κατάλογο με τα διαγνωστικά κριτήρια των Αμερικάνων ψυχίατρων και ψυχολόγων DSM – IV και τον κατάλογο ψυχικών διαταραχών ICD (International Classification of Diseases), τα βασικά κίνητρα που ωθούν ένα άτομο, κυρίως έφηβο ή μαθητή, να πράξει ένα τέτοιο σοβαρό έγκλημα είναι για ψυχολογικούς και προσωπικούς λόγους χωρίς κάποια οικονομικά οφέλη. Αρχικά, ο φυσικός αυτουργός επιδιώκει να πληγώσει και να ταπεινώσει κάποιον για εκδίκηση ή για προσωπική ευχαρίστηση. Επιπλέον, μπορεί να πλήττει και να προσφεύγει στα απειλητικά ή υποτιμητικά μηνύματα για να ξεφύγει από την καθημερινότητά του, χωρίς να γνωρίζει τις συνέπειες του εγκλήματός του. Ένα ακόμη κίνητρο μπορεί να είναι η διοχέτευση επιθετικής ενέργειας που έχει από την φύση του και την εκτονώνει με αυτό τον βίαιο τρόπο. Αυτό που συναντάμε σε μικρές ηλικίες, σύμφωνα με τις μελέτες των ειδικών, σημαντική ώθηση των δραστών είναι το γόητρο ή η επιβράβευση από τους άλλους για τις ενέργειές τους. Επίσης, μερικοί αυτοαποκαλούνται “ήρωες” και προσπαθούν να πάρουν αντεκδίκηση για άλλους που υπήρξαν θύματα. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός είναι πιο “ασφαλής” για τους δράστες λόγω ανωνυμίας. Το πιο επικίνδυνο και σύνηθες κίνητρο είναι η προσωπική ευχαρίστηση των εγκληματιών να προκαλούν είτε σωματικό είτε ψυχικό πόνο στον στόχο τους.
Όμως, δυστυχώς, στις μέρες μας είναι πολύ δύσκολο να διακρίνουμε ποιο άτομο υπήρξε θύτης ή θύμα ή τίποτα από τα δυο, εξαιτίας της ανωνυμίας που επικρατεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ωστόσο, ο ψυχολόγος Dan Olweus διέκρινε μερικά βασικά χαρακτηριστικά των δραστών και των θυμάτων. Στην πρώτη περίπτωση, οι εγκληματίες έχουν ηγετική προσωπικότητα. Γίνονται επιθετικοί και εκρήγνυνται πολύ εύκολα σε σχέση με τους συνομήλικούς τους. Επιπλέον, “υποφέρουν” στο να υπακούσουν κανόνες και για αυτό συχνά μπλέκονται σε καβγάδες είτε με συγγενείς είτε με φίλους. Και το πιο βασικό είναι ότι αυτά τα άτομα διακατέχονται από μια σκληρότητα και βαρβαρότητα, με αποτέλεσμα να μην δείχνουν πολύ συμπόνια για τους μελλοντικούς τους στόχους. Στην δεύτερη περίπτωση, τα θύματα έχουν τα αντίθετα χαρακτηριστικά από τους δράστες δηλαδή είναι έφηβοι που κλαίνε εύκολα, με μειωμένη αυτοπεποίθηση, ανασφαλή, ευαίσθητα, αγχώδη, με καταθλιπτική διάθεση και σωματικά πιο αδύναμα από τους συνομήλικούς τους. Συνήθως, είναι άτομα κοινωνικά απομονωμένα ή με ελάχιστους φίλους και για αυτό περνάνε τον περισσότερο χρόνο τους με ενήλικους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα άτομα αυτά γίνονται στόχοι λόγω κάποιας σωματικής ατέλειας (πχ παχυσαρκία, ακμή κ.λπ.).
Οπωσδήποτε, αυτό το εγκληματικό φαινόμενο έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Αυτό που πρέπει να μας τρομάζει, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι το γεγονός πως 800.000 άτομα ηλικίας 15 – 29 αυτοκτονούν ετησίως εξαιτίας του διαδικτυακού εκφοβισμού που έχουν υποστεί στην ζωή τους. Το φαινόμενο αυτό έχει επιπτώσεις στα θύματα να αποκτάνε υψηλά επίπεδα κατάθλιψης, άγχους, αντικοινωνικής συμπεριφοράς, να μειώνονται οι ικανότητες τους στο σχολείο, να αποκτούν ψυχοσωματικά προβλήματα υγείας και να δίνουν τέλος στην ζωή τους. Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από μελέτες που έγιναν στην χώρα μας. Το 2008, η έρευνα είχε ως δείγμα 1.766 έφηβους και το 78,6% έκανε χρήση του υπολογιστή με μέσο όρο ηλικίας τα 11 έτη (Σιώμος). Ένα χρόνο μετά, έγινε ακόμη μια έρευνα στο νησί της Κω με 1221 μαθητές, όπου το 92% έκανε χρήση υπολογιστή και το 85% χρήση διαδικτύου ( Σιώμος, Φισούν, Φλώρος). Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 2012, η έρευνα ήταν πάλι σε πανελλαδικό επίπεδο με δείγμα 1000 ατόμων ηλικίας 9 – 16 ετών, όπου το 4% από αυτούς έχουν δεχθεί υβριστικά μηνύματα και το 2% έχουν πάρει και τον ρόλο του θύτη (Τσαλίκη, Χρονάκη, Κοντογιάννη). Ακόμη μια έρευνα έγινε το 2014 με 79 μαθητές με ηλικίες από 11 ως 15 ετών και το 66,3% δήλωσαν ότι έπεσαν θύματα έστω μια φορά στην ζωή τους με αφορμή την εξωτερική τους εμφάνιση (22,4%) και την συμπεριφορά τους (21,5%). Το πιο σημαντικό είναι πως σχεδόν το 40% δήλωσαν ότι οι δράστες ήταν συγγενείς ή φίλοι. Τέλος, σύμφωνα με έρευνες της εταιρείας ESET, ο εκφοβισμός στον κυβερνοχώρο αυξήθηκε τα δύο τελευταία χρόνια λόγω της πανδημίας και έκανε την εμφάνισή του στα διαδικτυακά παιχνίδια σε μεγάλο βαθμό, καθιστώντας πολύ δύσκολο τον εντοπισμό των περιστατικών.